Της Ρίκης Ματαλλιωτάκη
Το όνομα Κυβέλη Σεργίου, μέχρι τουλάχιστον τη δημοσίευση του ομώνυμου βιβλίου του συντοπίτη μας συγγραφέα και ερευνητή Αντώνη Σανουδάκη, ήταν σχεδόν άγνωστο όχι μόνο στους νεώτερους αλλά και σ΄ αυτούς της Κατοχής και της Αντίστασης που βρίσκονταν εν ζωή τότε που ο συγγραφέας άρχισε να συλλέγει τα στοιχεία του.
Το γιατί απλό. Γιατί ο ρόλος της γυναίκας τούτης διαδραματίζονταν αυστηρά μέσα στη σκιά του μυστικού και αόρατου πολέμου της κατασκοπείας κι ως εκ τούτου έπρεπε-εκτός από τους πολύ στενούς συνεργάτες της- να παραμείνει άγνωστος όχι απλώς στο πολύ κόσμο αλλά και στο σύνολο των αντιστασιακών.
Κι όμως, η Κυβέλη Σεργίου αποδεδειγμένα πλέον θεωρείται η μεγαλύτερη κατάσκοπος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου κι όχι μόνο για την Ελληνική αλλά για την Παγκόσμια Αντίσταση και γι΄ αυτό δικαίως αποκαλέστηκε «Μάτα Χάρι του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου!»
Η είσοδος στη Γερμανική Kommandatur
Γόνος ευκατάστατης αστικής οικογένειας η Κυβέλη Στργίου, κόρη του Στρατηγού Αριστοτέλη Σεργίου, μαθήτρια ακόμα του γυμνασίου κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου, αντιδρά στο κατεστημένο και μέσα από την εφημερίδα « Η Γυναίκα» που δημιουργεί η ίδια ξεσηκώνει με πύρινους λόγους τις σταφιδεργάτριες για να διεκδικήσουν ίσα δικαιώματα με τους άνδρες.
Στον αντιδραστικό τούτο χαραχτήρα της οφείλεται μάλλον η προσέγγιση της από την Ελληνική κατασκοπεία κι έτσι μόλις στα δεκαεννιά της δέχεται την πρόταση του τότε ιατρού-χειρούργου Στυλιανού Γιαμαλάκη- που ήταν ήδη στην Ελληνική και Αγγλική κατασκοπεία και στενός οικογενειακός τους φίλος-να μυηθεί στην Αντίσταση και με αφορμή το ότι μιλούσε άπταιστα την Γερμανική γλώσσα, να τοποθετηθεί ως Γραμματέας -Διερμηνέας στα γραφεία της Kommandatur Ηρακλείου, στο γραφείο του Διοικητή.
Από το πόστο αυτό λοιπόν η Κυβέλη Σεργίου άρχισε τη δράση της κατά των Γερμανών, από το 1941 έως και το 1944, διακινδυνεύοντας καθημερινά τη ζωή της αφού καθημερινά από τα συρτάρια της Kommandatur ή φωτογράφιζε ή έπαιρνε τα βράδια απόρρητα γερμανικά έγγραφα. Στη συνέχεια τα παρέδιδε στην επίσης κατάσκοπο Αρμένισσα Βαρβάρα Πεστηλμηζιάν, τα αντέγραφαν δια νυκτός, τα παρέδιδαν στο γιατρό Στυλιανό Γιαμαλάκη και από το Κεβόρκ Μαδανιάν ή το Μιχάλη Ακουμιανάκη-αρχηγό της Ελληνικής Κατασκοπείας- διοχετεύονταν στο Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής.
Το πρωί, πολύ πριν επιστρέψει ο Γερμανός Διοικητής, τα έγγραφα είχαν επιστραφεί και τοποθετηθεί στη θέση τους!
Το έργο.
Αυτά που για το έργο της οφείλει σήμερα η έννοια «ελευθερία» στο πανέμορφο κορίτσι με το αγγελικό πρόσωπο και το αθώο βλέμμα- που προφανώς επιτηδευμένα έκρυβε τη δύναμη του για να θέτει εαυτόν εκτός πάσης υποψίας- είναι πολλά, πάρα πολλά!
Σε τούτη τη μεγάλη γυναίκα οφείλονται οι πληροφορίες του 1942 για το Γερμανό Στρατηγό Romel και το «άφρικα κορπ», για νηοπομπές που βυθίστηκαν από τη RAF, για πληροφορίες που στάθηκαν αφορμή να υλοποιηθούν τα σαμποτάζ του 1944… ακόμα και η αμφιλεγόμενη, τραγική για τους Έλληνες απαγωγή του Γερμανού Στρατηγού, Διοικητή Κρήτης Κράιπε, στη Κυβέλη Στεργίου οφείλεται!
Έσωσε επίσης το λιμάνι του Ηρακλείου από την ανατίναξη, διακινδύνεψε κρύβοντας Άγγλους πρακτόρους όπως τον Πάτρικ Λη Φέρμορ ή Φίλντεμ και τον Αλεξάντερ Ρέντελ ή «Αλέξη» και βέβαια, με προσωπικές της παρεμβάσεις στο Γερμανό Φρούραρχο γλίτωσαν από το εκτελεστικό απόσπασμα πολλοί πατριώτες.
Όλα ετούτα όμως λογικά κίνησαν τις υποψίες των Γερμανών εναντίον της, συνελήφθη δυο φορές και οδηγήθηκε στη Γκεστάπο όπου τη πρώτη παρέμεινε για ένα μήνα, χωρίς φυσικά να αποκαλύψει τους συνεργάτες της, και τη δεύτερη κατάφερε να δραπετεύσει, να ανέβει στο βουνό και να ζωστεί τα φυσεκλίκια με την ομάδα του καπετάν Βασίλη Κωνιού, οπλαρχηγού Μονοφατσίου.
Η «ανταπόδοση»
Μετά την απελευθέρωση η Κυβέλη Σεργίου, η γυναίκα που η νιότη της ξεπέρασε τα σύνορα του «ως συνήθως συμβαίνει» κι άγγιξε τη σφαίρα της φαντασίας, παντρεύτηκε τον Άγγλο συνεργάτη της κατά τη κατοχή Τζων Πήρσον κι έφυγε στην Αγγλία. Εκεί έζησε για λίγα χρόνια ελεύθερη μεν από τη μιζέρια της μετακατοχικής Ελλάδας μα και συγχρόνως πικραμένη για το διχασμό που επέφεραν οι Σύμμαχοι οδηγώντας τη χώρα μας στον εμφύλιο και για το ότι μεταπολεμικά κυριάρχησαν οι πρώην συνεργάτες των κατακτητών εις βάρος των αγωνιστών.
Επιστρέφοντας στη Κρήτη, και ξεχασμένη πια εντελώς από τις επίσημες συμμαχικές και Ελληνικές αρχές, αποφασίζει να περάσει το υπόλοιπο της ζωής της προτιμώντας για παρέα την ερημιά ενός παραθαλάσσιου Λασιθιώτικου χωριού, της μη τουριστικής, ακόμα τότε, Μιλάτου.
Έζησε εκεί δίχως μήτε να της δοθεί μα μήτε κι η ίδια να αποζητήσει κανένα εύσημο για την προσφορά της, αντίθετα μάλιστα κράτησε τις μνήμες της για την ίδια δίχως ποτέ να επιδιώξει να τις μοιραστεί με κανένα λέγοντας απλά όταν την ρωτούσαν για τη πολυκύμαντη ζωή της: «Θα τα μάθετε όλα όταν πεθάνω…»
Κι εκεί, στη Μίλατο, η Μεγάλη Κατάσκοπος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η γυναίκα με την δυναμικότητα και τις φεμινιστικές απόψεις που προηγούνταν της εποχής της πάνω από μισό αιώνα, έζησε, ενθυμούμενη με θλίψη πως για «ανταπόδοση» των αγώνων της, οι πατριώτες της λίγο έλειψε να την κουρέψουν και να τη δικάσουν ως τάχα συνεργάτιδα των Γερμανών, έως ότου δίχως καμιά κρατική ή συμμαχική τιμή, δίχως καμιά τυμπανοκρουσία άφησε τη τελευταία της πνοή το 2002 χτυπημένη από την επάρατη νόσο.
Πολύτιμες πληροφορίες για το παρόν κείμενο πάρθηκαν από το βιβλίου του Αντώνη Σανουδάκη: Η Μεγάλη Κατάσκοπος «Κυβέλη Στεργίου»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου