Στην ακαταμάχητη γοητεία του κρητικού κρασιού στέκονταν αδύνατον να αντισταθούν ακόμα και άνθρωποι για τους οποίους η συνήθεια του ποτού ήταν εντελώς απαγορευμένη.
Ιερωμένοι όμως και δεσποτάδες, επίσκοποι και ηγούμενοι, αλλά και άλλοι μικροί ή μεγάλοι τιτλούχοι των Δυτικών εκκλησιών που σταματούσαν στο κοσμοπολίτικο λιμάνι της Κάντιας καθώς πήγαιναν να προσκυνήσουν στους Αγίους Τόπους (που ήταν τότε πολύ της μόδας) ανακάλυπταν τον επίγειο παράδεισο στον οίνο των Κρητικών αμπελώνων.
Ιερωμένοι όμως και δεσποτάδες, επίσκοποι και ηγούμενοι, αλλά και άλλοι μικροί ή μεγάλοι τιτλούχοι των Δυτικών εκκλησιών που σταματούσαν στο κοσμοπολίτικο λιμάνι της Κάντιας καθώς πήγαιναν να προσκυνήσουν στους Αγίους Τόπους (που ήταν τότε πολύ της μόδας) ανακάλυπταν τον επίγειο παράδεισο στον οίνο των Κρητικών αμπελώνων.
Κι όσο κι αν ήταν απόκοσμοι, συντηρητικοί και λιτοδίαιτοι, εκεί, μακριά από το τόπο τους, απελευθερωμένοι από τους αυστηρούς κανόνες και περιορισμούς της Εκκλησίας τους, ήταν αδύνατον να μην απελευθερωθούν αφήνοντας το εαυτό τους ελεύθερο για να χαρεί το Κρητικό Νέκταρ, όπως οι ίδιοι ονόμαζαν το κρητικό κρασί.
Μια απολαυστική ιστορία μιας τέτοιας γενναίας και αμαρτωλής κρασοκατάνυξης ευρωπαίων πατέρων στο λιμάνι του Χάνδακα- του σημερινού Ηρακλείου- που ήταν και η πρωτεύουσα της Κρήτης, μας αφηγείται ο Γερμανός μοναχός Felix Faber ο οποίος σημειώνει:
«Ψάξανε για πανδοχείο όμως τίποτα και, ντρέπομαι που το λέω, όμως υπήρχε ένα μονάχα κακόφημο σπίτι που το διατηρούσε μια Γερμανίδα και που σ΄ αυτό καταλήξαμε όλοι, επίσκοποι, παπάδες, μοναχοί και ευγενείς και η ματρόνα για να μας ευχαριστήσει έδιωξε τις γυναίκες, καθάρισε τις κάμαρες και έθεσε στη διάθεση μας ολόκληρο το σπίτι.
Ήταν μια γυναίκα με καλούς τρόπους, θεοφοβούμενη και πολύ εχέμυθη, και δε μπορούμε να αρνηθούμε πως μας περιποιήθηκε πλουσιοπάροχα. Το δείπνο που μας πρόσφερε ήταν εξαίρετο και μας έδωσε να πιούμε κρητικό κρασί «μαλβουαζία» γνωστό σε όλο τον κόσμο. Φάγαμε ακόμα και άφθονα ώριμα σταφύλια, μαύρα και άσπρα…
Ο Χάνδακας είναι από τα ωραιότερα και πλουσιότερα λιμάνια – συνεχίζει ο Γερμανός μοναχός- γεμάτο από κάθε λογής εμπορεύματα, όμως η σπεσιαλιτέ του είναι το κρητικό κρασί που το λένε «μαλβουζία» κι επί πλέον είναι πάμφθηνο και έτσι μπορέσαμε να το απολαύσουμε όσο θέλαμε. Σουρουπώνοντας όμως μας κάλεσαν να γυρίσουμε στη γαλέρα κι ήμουν από τους πρώτους που ανέβηκα στο καράβι και αγνάντευα από τη κουπαστή το λιμάνι. Τα όσα είδα κανονικά θα έπρεπε να μη τα γράψω για να διατηρήσω τη σοβαρότητα της ιστορίας μου μα πως μπορώ να κρύψω πως είδα τους προσκυνητές να παραπατούν στο μουράγιο μεθυσμένοι από το κρητικό κρασί που είναι γλυκόπιοτο και κτυπάει κατακούτελα;
Έπρεπε λοιπόν να κατεβούν τα σκαλιά που οδηγούν στο μόλο και να μπουν στη βάρκα για να περάσουν στη γαλέρα μα οι περισσότεροι δε μπορούσαν να κατέβουν ούτε τα σκαλοπάτια. Ένας από αυτούς μάλιστα φορτωμένος με δυο φλασκιά κρασί και ένα σακί ζεστό ψωμί, κουτρουβάλησε τις σκάλες, κύλησε στο μόλο και βρέθηκε μαζί με τα ψώνια του στη θάλασσα. Βούτηξαν οι ναύτες και τον έβγαλαν αλλά τα καρβέλια του πάνε…ήταν ένας παπάς από τη Δαλματία πολύ γνωστός μου…»
Δεν ήταν όμως μόνο οι παντός τύπου και τίτλου ιερωμένοι της Ανατολικής Εκκλησίας αλλά και της Ορθόδοξης, που δε πήγαιναν πίσω στην απόλαυση και στην ευρεία κατανάλωση του σκανδαλιστικού κρητικού οίνου, πολλοί μάλιστα ήταν και οι ίδιοι παραγωγοί των καλύτερων ποιοτήτων του.Ο Άγγλος περιηγητής και συγγραφέας Robert Rashley περνώντας τη τέταρτη δεκαετία του 19ου αιώνα σημειώνει; « Το κρασί των Κρητικών μοναστηριών είναι κατά κανόνα εξαίσιο και προσφέροντας μας το οι καλόγηροι επιβεβαιώνουν απόλυτα τη φήμη των μοναστηριακών μας παραδόσεων.»
Βέβαια, στην ακαταμάχητη γοητεία του κρητικού οίνου λογικά ήταν πως δε θα μπορούσαν να αντισταθούν ούτε οι πιστοί του Ισλάμ, αυτοί τουλάχιστον που κατοικούσαν στη Κρήτη.Το Κοράνι ως γνωστόν απαγορεύει αυστηρά στους Μωαμεθανούς τη πόση οινοπνευματωδών ποτών γι΄ αυτό και η οινοποσία δεν επιτρεπόταν στους Τούρκους της Κρήτης καθ΄ όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας στο νησί, περί τα 229 χρόνια δηλαδή.Για να περιορίσουν λοιπόν τη παραγωγή και την ευρεία κατανάλωση του κρητικού κρασιού, επέβαλλαν φόρους « επί του οίνου και της ρακής, των οποίων χρήσιν κάμνουσι μόνο οι άπιστοι…»
Σύμφωνα με το νόμο του Ισλάμ επίσης η οινοποσία ενός εκ των συζύγων μπορούσε να γίνει μέχρι και αιτία διαζυγίου όπως δείχνει και η εξομολόγηση του Ιμπραχίμ που είπε στον Ιεροδίκη « είχον ειπεί και θέσει όρον ότι εάν από σήμερον και εις το εξής κάμω χρήσιν οίνου, ας θεωρηθεί η σύζυγος μου Γκιουλιστάν διαζευγμένη απ΄ εμού δια τριπλή φοράν. Δηλώ δε ότι και μετά τη δήλωσιν μου και το τεθέντα όρο συνεχίζω να κάμνω χρήσιν οίνου…»
Ένας άλλος τρόπος επίσης για το περιορισμό της κατανάλωσης του μαυλιστικού αυτού χυμού που εφάρμοζαν οι Τούρκοι, ήταν να επιτρέπουν μεν τη παραγωγή και την οινοποσία στους χριστιανούς μια κι ήταν άπιστοι αλλά να απαγορεύουν την πούλησιν και την εν γένει διάθεση του σε τρίτους ακόμα κι αν αυτοί ήταν χριστιανοί και χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας τέτοιας περίπτωσης είναι ο παπά- Γιάννης από το Καστέλι Πεδιάδος ο οποίος φυλακίστηκε διότι «επώλει οίνον»,Παρόλα αυτά όμως και το κρασί στη Κρήτη εξακολουθούσε να παράγεται άφθονο και οι Τούρκοι οινόφιλοι , ιδιοκτήτες αμπελώνων και παραγωγοί εκλεκτών κρασιών ήταν πολλοί με αποτέλεσμα η πλειοψηφία των ομόθρησκων τους να απολαμβάνει το νέκταρ των απίστων δίχως να πολυνοιάζεται αν έτσι θα έχανε το παράδεισο της.Σε μια γλαφυρή περιγραφή της ζωής στη Κρήτη, και κυρίως στο Ηράκλειο, των τελευταίων χρόνων της Τουρκοκρατίας, διαβάζουμε:»Ο οίνος είναι αυστηρώς απηγορευμένος υπό του Προφήτου, ως ποτόν σατανικόν εμβάλλον εις διαπληκτισμούς και παροτρύνον εις το έγκλημα. Σοφή ομολογουμένως η διάταξη αλλά αν ετηρείτο.»
Ο Pashley εντυπωσιάζεται από τις απιστίες αυτές των Τούρκων της Κρήτης και σημειώνει: «Συναντήσαμε δυο Μωαμεθανούς που επέστρεφαν από το Ρέθυμνο κι ένας από αυτούς ήταν σε τέτοια κατάσταση μέθης από το κρασί που ήπιε στη πόλη, που με δυσκολία κρατιόταν στο άλογο.Ο Sieber πάλι, ο Αυστριακός συγγραφέας που βάδισε απ΄ άκρη σ΄ άκρη τη Κρήτη και έγραψε τις εντυπώσεις του για το νησί, τονίζει την εξαιρετική ποιότητα του κρασιού των Κρητικών και αναφέρει ότι είχε τη καλή τύχη να το απολαύσει σε σπίτια και μάλιστα αξιωματούχων, καθώς επίσης και σε μοναστήρια και σε χωριά.Και βέβαια εξ αιτίας της οινολατρείας τους οι Τούρκοι της Κρήτης είχαν περιφρονηθεί από τους υπόλοιπους Μωαμεθανούς….
Απ΄ όλα τα παραπάνω λοιπόν η γοητεία του Κρητικού οίνου αποδεικνύετε πως στάθηκε κατά πολύ ισχυρότερη από τους αυστηρούς νόμους όχι μόνο της Δυτικής και της Ανατολικής εκκλησίας αλλά κι αυτού ακόμα του Ισλάμ με αποτέλεσμα το κρητικό νέκταρ των Θεών να συνεχίσει να γλυκαίνει «αμαρτωλά» η ζωή πιστών και απίστων, ελλήνων και ξένων οινόφιλων.
Οι αλλεπάλληλες όμως επαναστάσεις των Κρητικών και οι εκτεταμένες καταστροφές των αμπελώνων σε όλες σχεδόν τις οινοπαραγωγικές περιοχές της Κρήτης, μείωσαν αισθητά τη παραγωγή κρασιών δίχως ωστόσο να καταφέρουν να υποβιβάσουν τη ποιότητα του κρητικού οίνου. Ο Αυστριακός βοτανολόγος και γιατρός F.W Sieber σημειώνει το 1817 ότι στην Ιεράπετρα έφαγε κρέας της κατσαρόλας ραγού, κοτόπουλο πολύ τρυφερό, πιλάφι, φρούτα και « ήπια γνήσιο Μαλβουαζία.»
Ο Γάλλος φιλόλογος V. Berard σημειώνει στο τέλος του περασμένου αιώνα (1879) ότι πίνει το καλύτερο κρητικό κρασί στο Μοναστήρι του Αι Γιώργη Τεμένους καθισμένος στη ψηλή αίθουσα « τη πλημμυρισμένη από μια ωραία μυρωδιά μελιού και κρασιού.» ενώ σημειώνει επίσης ότι ο Γάλλοι μεγαλέμποροι από τη Προβηγκία αγοράζουν όλο το κρασί και το λάδι του Ηρακλείου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου