Της Ρίκης Ματαλλιωτάκη
Η κατάκτηση της Κρήτης στις αρχές του 13ου αιώνα, βρήκε το πανάρχαιο μοναστήρι του Σινά, της μακρινής πατρώας Αραβίας να έχει στο νησί βαρυσήμαντη περιουσία, η οποια προέρχονταν από δωρεές που Κρήτες κυρίως του δώριζαν από τον 10ο αιώνα ακόμα, μετά την απελευθέρωση του νησιού από τους Σαρακηνούς.
Μέχρι
και τα μισά του ΙΣΤ’ αιώνα, κυριαρχική θέση στο σιναϊτικό μοναστηριακό μετόχι
του Χάνδακα, κατέχει η εκκλησία της
Αγίας Αικατερίνης, πολιούχου Αγίας του Όρου Σινά, ενώ αμέσως δίπλα του
βρίσκονταν η εκκλησία των Δέκα Μαρτύρων της Κρήτης, που είναι κτισμένη στον
ίδιο ακριβώς χώρο που προφανώς ανέκαθεν πρέπει να ιερός.
Οι
Σιναίτες μοναχοί όμως, ως ανήκοντες στην κατηγορία των περισσότερο και καλύτερα
μορφωμένων ανθρώπων, καθώς επίσης και λόγω της οικονομικής ευεξίας που είχε το
περιβάλλον τους, πρέπει να ήταν από τα ξωτικά στοιχεία της κοινωνίας της
πολυάνθρωπης και πολύβουης πόλης του
Χαδάκια.
Η
θέση του σιναϊτικού μετοχίου ήταν από τότε κεντρική. Βρίσκονταν απέναντι από τη
συνοικία των προβλεπτών της Καβαλαρίας, και όχι μακριά από την αφετηρία δύο
γνωστών δρόμων.
Της Via Dello Spedate και της Strata Larga – Πλατειά Στράτα- που ένωνε την
αγορά –FORO- με την πύλη του Παντοκράτωρα ή Πόρτα των Χανίων.
Κατά
τον ΙΣΤ’ και ΙΖ’ αιώνα, η μορφωτική
κατάσταση στο Χαδάκι, καθώς επίσης και σε όλη την υπόλοιπη Κρήτη, βασίζεται στα
απολύτως απαραίτητα και στοιχειώδη γράμματα στα οποία ο ιερέας και ο καλόγηρος
ταυτίζεται με τον δάσκαλο, και οι νάρθηκες των εκκλησιών ή κάποια ξωκλήσια
μετατρέπονται σε χώρους διδασκαλίας.
Ορισμένες
ορθόδοξες μονές όμως υπήρξαν κέντρα υψηλής παιδείας, όπως π.χ. η Μονή
Αγκαράθου, η Μονή Βροντησίου, κ.α.
Σε
αυτού του είδους τα υψηλά εκπαιδευτήρια ανήκει και η Σχολή του Σιναϊτικού
μετοχίου του Χάνδακα.
Σε
έντυπο κειμένου του περασμένου αιώνα,
διαβάζουμε:
«Εν
Χάνδακα, εν τω Σινά ευρυχώρω της Αγίας Αικατερίνης Μετοχίω, τω εις τέμενος μετά
την άλωσιν της νήσου-1670- μετατρέπεται προθυμία αξιεπαίνω των Σιναιτών
συνέστη, Σχολή Ελληνική παραταθείσα μέχρι της κατά νήσου τω 1640 εκστρατείας
των Οθομανών…»
Από
άλλες πάλι πληροφορίες γίνεται γνωστό ότι το παρών εκπαιδευτήριο ονομάζονταν
και «Σιναία ή και Γραμματική και Ζωγραφική Σχολή».
Τα
μαθήματα που διδάσκονταν εκεί ήταν Θεολογία, Εκκλησιαστική μουσική, Αρχαία
Ελληνικά, Λατινικά Φιλοσοφία και Ρητορική.
Οι
γνώσεις βέβαια ήταν βασικές και προκαταρτικές για ανώτερες σπουδές που θα
επακολουθούσαν εκτός Κρήτης.
Ιδιαίτερο
μορφωτικό τομέα όμως αποτελούσε η Ζωγραφική που μαζί με κάποιες άλλες σχολές
έδωσε την περίφημη Κρητική Ζωγραφική Σχολή, ισάξια και ίσως ανώτερη της
αντίστοιχης Μακεδονικής.
Αντιπροσωπευτικά
έργα της συγκεκριμένης Ζωγραφικής Σχολής αυτής της αναγεννησιακής τέχνης,
κοσμούν σήμερα ελληνικά και ξένα μουσεία, και θεωρούνται από τα καλύτερα της
καλλιτεχνικής δημιουργίας του ΙΣΤ’ και του ΙΖ’ αιώνα.
Μετά
το 1600 η Σχολή έφθασε στο αποκορύφωμα της ακμής της.
Οι
μοναχοί, με συνεχώς ανανεωμένα προνόμια, επαυξάνουν τα εισοδήματα της τα οποία
δαπανώνται για τις ανάγκες της Σχολής.
Η
ιστορία και η παράδοση διέσωσαν ονόματα κορυφαίων διδάσκαλων στο Σιναιτικό Διδακτήριο.
«Οι
ευπαίδευτοι Κρήτες Κληρικοί» του Στεφάνου Ξανθουδίδη στο έργο του «Η
Ενετοκρατία στην Κρήτη» εξαίρει τον ρόλο της Σχολής και αναφέρει πολλά ονόματα
επιφανέστατων μαθητών και δασκάλων της.
Ως
μαθητές της ζωγραφικής Σιναϊτικής
Σχολής, αναφέρονται ο Μιχαήλ Δαμασκηνός, ο Γεώργιος Κλώντζας, οι Ρεθύμνιοι
Μανουήλ και Πέτρος Λομπάρδοι, ο Εμ. Τζάνε Μπουνιαλής, ο Φιλόθεος Σκούφος και
άλλοι πολλοί.
Το
όνομα όμως το οποίο είναι άμεσα συνδεδεμένο με την κρητική τέχνη και μάλιστα με
την Σιναία Σχολή, είναι το όνομα του διάσημου ανά τον κόσμο Κρητικού Ζωγράφου
Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, που σίγουρα δεν θα είχε φτάσει στο ύψος που έφτασε εάν
δεν είχε δεχτεί τις επιδράσεις που δέχτηκε στα νεανικά του χρόνια από το
περιβάλλον μιας γνήσιας βυζαντινής
επιρροής όπως ήταν το σιναϊτικό μετόχι του Χάνδακα.
Μετά
την Τούρκικη εισβολή όμως του 1669 που έγινε ύστερα από κατάληψη που διήρκησε
23 ολόκληρα χρόνια, η καταστροφή του Χάνδακα ήταν ανήκουστη. Οι κρητικοί θησαυροί εξανεμίστηκαν, οι εκκλησίες
έγιναν τζαμιά, και οι Σιναίτες καλόγηροι έλαβαν μέρος σε μάχες με αποτέλεσμα το
σιναϊτικό μετόχι να ερημωθεί.
Από τότε έκλεισε τις σελίδες της φημισμένης ιστορίας του και εισέρχεται σε άλλη φάση, πολυποίκιλη και περιπετειώδη.
Σιγή τριών αιώνων κάλυψε τον ασύγκριτο τούτο ρόλο
του Διδακτηρίου μια και η όποια υπενθύμιση του θα ήταν πρόκληση απέναντι στη
νέα εξουσία.
Έτσι
παραδόθηκε στην άγνοια η θεμελιακή εκείνη παιδεία που έδωσε ρίγανες
πνευματικούς εκπροσώπους του πιο γνήσιου ελληνισμού σε όλο τον τότε γνωστό
κόσμο.
Σήμερα,
η εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης σώζεται ακόμα ακέραιη στην πόλη μας και
διατηρείται σαν μουσείο και όλη την προηγούμενη δόξα της την διαβάζουμε
επιγραμματικά σε επιτυχημένη έκδοση της περιφέρειας.
«Εδώ
υπήρξε κατά την Βενετοκρατία Σχολή Ανωτέρας Παιδείας εις την οποία εδιδάσκετο
η Αρχαία Ελληνική γλώσσα, Φιλοσοφία,
Ρητορική, κ.α.
Εις
αυτήν εξεπαιδεύτηκαν πολλοί Κρήτες οι οποίοι διέπρεψαν εις τα γράμματα.»
Πολύτιμες
πληροφορίες για το παρόν κείμενο
αντλήθηκαν από το βιβλίο της Αργίνης Γ. Φραγκούλη, «Η Σιναία Σχολή της
Αγίας Αικατερίνης στο Χάνδακα»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου