Της Ρίκης Ματαλλιωτακη
Την εποχή ακόμα που η συνοικία της σημερινής Χρυσοπηγής Ηρακλείου φιλοξενούσε μέσα στις εκατοντάδες σπηλιές της τους λεπρούς και τους μεσκήνηδες της νήσου Κρήτης με αποτέλεσμα να έχει μετατραπεί κυριολεκτικά και μεταφορικά σε συνοικία των φτωχών και των απόκληρων της πόλης..
Την εποχή ακόμα που οι Τούρκοι μέσα από τα υπολείμματα της αλλοτινής ισχύς τους διαφέντευαν όχι μόνο το Μεγάλο Κάστρο αλλά ολάκερη τη Κρήτη..
Την εποχή ακόμα που καν δεν υπήρχε όχι μόνο δρόμος αλλά ούτε έστω σοκάκι, ούτε έστω καλντερίμι κι οι δύστυχοι τούτοι έπρεπε να διασχίζουν ρέματα για να πηγαίνουν από τη μια μεριά στην άλλη..
Την εποχή ακόμα που όλοι αυτοί προσπαθούσαν να συγκροτήσουν μια υποτυπώδη κοινωνία για να εξυπηρετούν τις ανάγκες τους, περίπου δηλαδή προς τα τέλη του 19ου αιώνα με αρχές του 20ου, ένας πανύψηλος και γεροδεμένος άντρας από το Αμάρι Ρεθύμνης, παλικάρι σε σώμα και ψυχή έρχεται, εγκαθίσταται εκεί και ξεκινά τη λειτουργία ενός καφενέ σε σπηλιά!
Καφενείο η «Συνάντηση» το πρωτονόμασε προφανώς επειδή ήταν όντως το μοναδικό σημείο κοινής συνάντησης μιας μερίδας απόκληρων που αποδιώχνονταν από όλη την υπόλοιπη κοινωνία..
Ο Αντωνής Πηγουνάκης, ο οποίος παρ΄ ότι αγράμματος εντελώς έχει ήδη απολυθεί από το στρατό με το βαθμό του αξιωματικού επ΄ ανδραγαθίας, πολύ σύντομα μετατρέπεται σε φόβο και τρόμο των Τουρκαλάδων της πόλης ενώ το γιαταγάνι του, που υπάρχει ακόμα στην οικογένεια σαν ιερό κειμήλιο, είναι διαπιστωμένο ότι το πήρε από δυο Τούρκους που πείραξαν Χριστιανούς και τους έσφαξε.
Η μνήμη του διατηρείται μέχρι σήμερα σαν θρύλος στη γειτονιά και υπερήλικοι, που κι αυτοί κρατούν τις μνήμες τους ζωντανές από διηγήσεις , απερίφραστα ομολογούν πως ήταν ο μοναδικός άνδρας τη συνοικίας τους , και όχι μόνο, που κατάφερε να επιβληθεί στους Τούρκους σε σημείο που να ζητά και να λαμβάνει έως ακόμα και τις χανούμισσες που επέλεγε, να τις κρατά δυο-τρεις μέρες για να περνά καλά και μετά να τις επιστρέφει πίσω.
Η σπηλιά δυστυχώς που τον έζησε για κάποια χρόνια ήταν εκείνη που του πήρε και τη ζωή σε αρκετά νεαρή ηλικία. Ένας μικρός κήπος με ζαρζαβατικά που υπήρχε πάνω της και το απαραίτητα συχνό πότισμα που χρειάζονται για να αναπτυχθούν , ήταν και η αιτία μιας κατολόσθισης που προκάλεσε το θάνατο του.
Αυτόπτες μάρτυρες όμως που ζούσαν έως και πριν μερικά χρόνια, όπως ο γέρο Ψαράς που είχε το κρεοπωλείο στη Κεντρική αγορά του Ηρακλείου, βεβαίωναν ότι αν ήταν λιγότερο γενναίος και περισσότερο δειλός σίγουρα και δεν θα είχε πεθάνει με ένα τόσο φρικτό θάνατο.
Η σπηλιά, έλεγε, έπεφτε κομμάτια κομμάτια και ο Αντωνής θα προλάβαινε να σωθεί αν δεν περίμενε πρώτα να βγουν όλοι όσοι βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή στο καφενείο του και μετά αυτός.
Δεν πρόλαβε , όταν πλέον είχε μείνει εντελώς μόνος η σπηλιά έπεσε μαζεμένη, τον πλάκωσε και τον ίδιο δεν τον έβγαλαν παρά μονάχα νεκρό.
Με το διωγμό όμως του 1922, από την Τουρκοκρατούμενη πια σημερινή Ίμβρο, πατρίδα του πατριάρχη Βαρθολομαίου, είχε έλθει εν τω μεταξύ ο Βασίλης Πίπης, τελειόφοιτος του εκεί Σχολαρχείου και ηλεκτρολόγους στο επάγγελμα, από τους πρώτους που παρουσιάστηκαν στο Ηράκλειο και στη Κρήτη γενικότερα.
Και αν ο Αντωνής Ζηδιανάκης δεν πρόλαβε να φύγει πλήρης ημερών, πρόλαβε όμως και πάντρεψε τη κόρη του με τον ευφυή, σαν όλους τους συμπατριώτες του, Μικρασιάτη ο οποίος όχι μόνο δεν πτοείται από τη θανατική συγκυρία που προκάλεσε το καφενείο –σπηλιά, αλλά αντίθετα το αναδιοργανώνει όπως μπορεί και εξακολουθεί να το λειτουργεί παράλληλα με το κύριο του επάγγελμα.
Το καφενείο λοιπόν που εξακολουθεί να διατηρεί το ίδιο ζεστό όνομα, «Συνάντηση», ξεκινά πλέον να εξυπηρετεί τους πρόσφυγες που είναι κατά το πλείστον οι νέοι κάτοικοι της περιοχής. Μετατρέπεται σε στέκι λιμενεργατών και ψαράδων που γίνονται οι μόνιμοι θαμώνες του και οι οποίοι κουβαλούν από τη Ντία κρεμανταλιές τα ψάρια και τους λαγούς , τα ψήνουν και τα τρώνε εκεί δημιουργώντας έτσι κάθε φορά και μια καινούργια αφορμή για ένα μικρό γλέντι.
Σιγά σιγά η εξυπνάδα του Μικρασιάτη που τον στρέφει σε κινήσεις έξυπνες όπως αυτή της αγοράς ραδιοφώνου στην περίοδο της κατοχής,- το μαγικό κουτί που τους έφερνε πρωτόγνωρα τα νέα στ΄ αυτιά τους από τον υπόλοιπο κόσμο-, το καλό και προσεγμένο φαΐ πάνω απ΄ όλα ασφαλώς, μα και άλλες συγκυρίες σαν τα μεγάλα πανηγύρια, που διαρκούσαν έως και μια εβδομάδα, στο όνομα της Ζωοδόχου Πηγής, προστάτιδας εκκλησίας της συνοικίας, (που συνέπεσε να βρίσκετε δίπλα ακριβώς στο καφενείο), γίνονται όλο και μεγαλύτερος πόλος έλξης που μαγνητίζει τον κόσμο φέρνοντας τον προς το μαγαζί του.
Η εικόνα τούτη εξακολουθεί να διατηρείται έως και το 1958 που ο Βασίλης ο Πίπης πεθαίνει αφήνοντας όμως πίσω του τη φήμη του καφενέ του που με τα χρόνια μεγαλώνει ασταμάτητα τόσο που να προκαλεί την επιθυμία να το επισκεφτούν υψηλά ιστάμενα άτομα όπως π.χ. υπουργικά συμβούλια και των δύο παρατάξεων ο Μάνος Χατζηδάκης και άλλοι πολλοί.
Σήμερα η συνοικία των λεπρών χάθηκε και τη θέση της στο νέο κόσμο πήρε η Χρυσοπηγή, δεν χάθηκε όμως και το καφενείο «Συνάντηση».
Μπορεί βέβαια να μη το βρείτε με το ίδιο όνομα, ούτε και σε μορφή σπηλιάς φυσικά, αν το αναζητήσετε όμως θα το βρείτε με το όνομα του έξυπνου Μικρασιάτη , «Το καφενείο του Πίπη»
Μα αν δεν το βρείτε ούτε κι έτσι μην ανησυχείτε, σίγουρα θα το βρείτε σε κάποιο από τους πολλούς τουριστικούς οδηγούς που το καταχώρησαν στις σελίδες τους για το καλό φαί και την άψογη φιλοξενία του ….
Πολύτιμες πληροφορίες για το παρόν κείμενο πάρθηκαν από τη μελέτη του Μανόλη Δεδελετέκη ( Εφημ. «ΤΟΛΜΗ» 24-10- 1997 )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου