Της Ρίκης Ματαλλιωτάκη
«Σε λίγα χρόνια θα
έρχεσαι το πρωί στην αγορά και θα βλέπεις στο ένα πεζοδρόμιο σουρωμένους και
ξαπλωμένους κατάχαμα και στο άλλο πεζοδρόμιο ζευγάρια που δεν πήγανε ακόμα να
κοιμηθούν να φιλιούνται…»
« Η κεντρική αγορά του Ηρακλείου είναι η
πλουσιότερη αγορά της Κρήτης καθώς επίσης και από τις πλουσιότερες της
Μεσογείου. Αναμνηστικά, χρυσαφικά, γουναρικά, τρόφιμα, είδη ένδυσης, ότι με δυο
λόγια ποθεί ο σύγχρονος καταναλωτής θα βρει εκεί σε όλες τις τιμές και τα
γούστα. Ιδιαίτερα σπουδαία είναι τα φημισμένα Κρητικά προϊόντα ( λάδι, κρασί,
ρακί, μέλι, βότανα κ.α.) που βρίσκει κάποιος στην αγορά της μεγαλούπολης…»
Το παραπάνω απόσπασμα
είναι παρμένο από μια ιστοσελίδα του ίντερνετ μόνο που δεν ξέρω κατά πόσο έχει πέσει στην
αντίληψη όλων όσων βιώνουν τη σημερινή, πραγματική κατάσταση που εδώ και
χρόνια αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι που έρχονται σε καθημερινή επαφή μαζί της μέσα από τη δουλειά τους.
Μιας κατάσταση που αγγίζει τα όρια της κατάντιας αφού η
κεντρική αγορά του Ηρακλείου δεν έχει πια καμιά απολύτως σχέση με τις ωραιοποιημένες διαφημιστικές
ιστοσελίδες. Αντίθετα έχει χάσει πέρα για πέρα μια έντονη αίγλη που όντως διέθετε έως ακόμα και πριν 20-30 χρόνια και
κινδυνεύει από τη μια στιγμή στην άλλη να
χάσει την ουσιαστική έννοια της «αγοράς»
και να μετατραπεί σε γιουσουρούμ…
Σταθάκης Γιώργος
Ζω μέσα στην αγορά τριάντα ολάκερα χρόνια και με πονάει
αφάνταστα η κατάντια μέσα στην οποία
κάθε μέρα και πιο πολύ τη βλέπω να πέφτει σήμερα. Τη θυμάμαι με τα παραδοσιακά της μαγαζιά,
τα παλιά χασάπικα του Φορτετσανάκη, του
Δασκαλάκη, του Στέλιου του Βασιλάκη, κι ένα σωρό άλλο που ποιο να πρωτοθυμηθώ
τώρα, τα μπακάλικα του Αλεξίου, του Μειμάρη του Χρυσοστομάκη, τα παλιά
μανάβικα…Σήμερα από όλα αυτά τα μαγαζιά έχουν απομείνει δυο χασάπικα και
κάνα-δυο μανάβικα κι όλα τα υπόλοιπα
έχουν γίνει τουριστικά και καφετέριες και πιστεύω ακράδαντα ότι όλο αυτό το
τουριστικό σκηνικό όχι μόνο δεν βοηθά την οικονομία μας αλλά αντίθετα βλάπτει αφού
τα προϊόντα μας πλέον δε γίνονται γνωστά από τη καθαυτού αγορά της πόλης μας, όπως γινόταν
παλιά, αλλά περισσότερο από την εξαγωγή τους σε άλλα μέρη της Ελλάδας ή ακόμα
και του εξωτερικού. Και για να σας αποδείξω αυτό που λέω θα σας πω μόνο ότι ήρθε και με βρήκε πριν
λίγο καιρό ένας άνθρωπος που τα τελευταία είκοσι χρόνια μένει στην Αθήνα και με
ρώτησε «ρε Γιώργο από πού μπορώ να πάρω λίγες σαρδέλες και κάτι φασόλια που θέλω για το σπίτι» κι
όταν εγώ του είπα «από το σούπερ μάρκετ» κι εκείνος γύρισε και μου λέει «μα
καλά σε ολόκληρη αγορά δεν υπάρχει ένα μπακάλικο» εμένα ειλικρινά πέσανε τα
μούτρα μου κάτω από τη ντροπή μου.
Δυστυχώς αυτή είναι η
αλήθεια, η αγορά μας δεν έχει πια καμιά απολύτως σχέση με το ότι ήταν πριν
τριάντα, έως ακόμα και πριν είκοσι χρόνια…καταρχήν τότε 6.30
το πρωί η αγορά έσφυζε από ζωή, πελάτες
και μαγαζάτορες γνωρίζονταν όλοι
αναμεταξύ τους, πείραζαν ο ένας τον άλλο… ερχόσουν εδώ και εκτός του ότι όλα τα μαγαζιά ήταν
ανοιχτά ο κόσμος είχε ήδη μαζευτεί και ψώνιζε. Τώρα 7.30 κι ακόμα δεν έχουν
ανοίξει τα περισσότερα μαγαζιά, δε κυκλοφορεί άνθρωπος κι από τη πάνω μεριά
μέχρι τη κάτω βλέπεις μόνο ένα άχαρο, κλειστό πράγμα.
Δυστυχώς, μακάρι να βγω ψεύτης αλλά είμαι σίγουρος ότι σε
μερικά χρόνια θα έρχεσαι
το πρωί στην αγορά και θα βλέπεις στο ένα πεζοδρόμιο σουρωμένους και
ξαπλωμένους κατάχαμα και στο άλλο πεζοδρόμιο ζευγάρια που δεν πήγαν ακόμα να
κοιμηθούν να φιλιούνται…»
Κατσάφαρος Δημήτρης
Θυμάμαι την αγορά του Ηρακλείου με είκοσι εφτά κρεοπωλεία και δεκαπέντε μανάβικα αφού εργαζόμουν εκεί από το 1948 έως πρότινος. Καμιά σχέση αυτό που βλέπετε τότε με αυτό που υπάρχει
σήμερα, τότε ήταν ένα πράγμα εξαιρετικό, κρεμούσαν οι χασάπηδες τα κρέατα έξω,
απλώνανε οι μανάβηδες τα φρούτα και τα χορταρικά τους, κι αυτό συνεχίστηκε για
χρόνια, έως και το 1978-79 που άρχισαν να έρχονται οι πρώτοι τουρίστες.. Από
εκεί κι έπειτα σιγά- σιγά η αγορά άρχισε να χάνει την αίγλη της, πεθαίνανε κι
οι παλιοί ο ένας μετά τον άλλο , τα παιδιά τους δε θέλανε να γίνουνε ούτε μπακάληδες,
ούτε μανάβηδες ούτε χασάπηδες και τα μαγαζιά ξεκίνησαν να κλείνουν μέχρι που
φτάσανε στο σημείο που φτάσανε σήμερα…
Μανουράς
Στέφανος
Κάποτε κατέβαινες εδώ κι
έβρισκες τα πάντα, μέχρι και αγουρίδα
για να βάλεις στις μπάμιες και τότε πράγματι η αγορά μας ήτανε αγορά! Είχε
πολλά μανάβικα, πολλά χασάπικα, πολλά μπακάλικα, έσφυζε η αγορά από ζωή όλο το
χρόνο… τα φρούτα και τα χόρτα
στρωμένα κι ήταν σαν να έβλεπες τροπική χώρα, ένα ωραίο
πράγμα, μια ωραία εικόνα…τώρα δε βλέπεις τίποτα, δυο κρεοπωλεία, δυο μανάβικα όλα κι όλα εδώ,
ένα στα ψαράδικα και τέρμα…τώρα γέμισε
τουριστικά κι έχει μετατραπεί σε γιουσουρούμ. Και να πεις ότι έχασε την αίγλη
της αλλά αποδίδει έστω οικονομικά να πάει στην ευχή.. Δυστυχώς όμως δεν
αποδίδει ούτε οικονομικά αφού εδώ κατεβαίνουν πια μονάχα αυτοί που θέλουν να
πάρουν τουριστικά, μόνο οι τουρίστες δηλαδή που αυτοί κάνουν ένα παφ-κιουφ το
καλοκαίρι και τελείωσε.
Όλο τον υπόλοιπο χρόνο δε δουλεύει κανείς αφού οι ντόπιοι που έρχονταν κάποτε και ξέρανε πως ότι θέλανε
για το σπίτι τους θα το βρίσκανε εδώ,
τώρα πάνε και το ψάχνουνε στα πολυεθνικά σούπερ μάρκετ στο «οργανωμένο
έγκλημα»όπως το λέω εγώ…
Λυδατάκης Ιωάννης
Η κεντρική αγορά ήτανε κάποτε ο ομφαλός της πόλης του
Ηρακλείου κι εγώ είμαι από τους λίγους που μπορώ να το ξέρω τόσο καλά αυτό αφού
ζω μέσα της από το 1946 που άρχισα να δουλεύω εδώ σαν μικροπωλητής στην αρχή
και στη συνέχεια, το 1951, άνοιξα μαγαζί ετοίμων ενδυμάτων πρώτα και αργότερα
υποδημάτων το οποίο διατηρώ μέχρι και σήμερα. Η δουλειά λοιπόν εδώ για όλους
μας ήταν πολύ μέχρι και το 1980 που ξεκίνησε να πέφτει κάθε χρόνο όλο και πιο
πολύ αφού όλο και περισσότερα μαγαζιά άνοιγαν, όλο και πιο πολλά σούπερ μάρκετ
άνοιγαν οπότε κι όλος ο κόσμος που
κατέβαινε από τα χωριά αντί να έρχεται στην αγορά άρχισε να πηγαίνει στα
σούπερ μάρκετ.
Από όλη αυτή τη
κατάσταση λοιπόν δυστυχώς δεν θα
γλιτώσει κανείς, όλα τα μικρά μαγαζιά εδώ στην αγορά θα κλείσουν, κι αν δε κλείσουνε φέτος θα κλείσουν του χρόνου
και θα γίνουνε όλα τουριστικά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου