Της Ρίκης Ματαλλιωτάκη
Η προσωπικότητα του Μίνωα επεσκίαζε στην Μυθολογία τους δύο αδελφούς του, τον Ροδάμανθο και τον Σαρπηδόνα. Παρ΄ όλα αυτά το Ροδάμανθο τον θεωρούσαν κατ΄ εξοχήν εκπρόσωπο της δικαιοσύνης και της ισονομίας κι ήταν αυτός που έθεσε τα θεμέλια και τους κανόνες σύμφωνα με τους οποίους έπρεπε να δικάζονται τα εγκλήματα και τα αδικήματα.
Σε αυτόν αποδίδουν το νόμο των αντιποίνων που λεγόταν επίσης και νόμος του Ροδάμανθου και που σύμφωνα με τον Αριστοτέλη μπορούσε να συνοψιστεί στη φράση: «Είναι δίκαιο να υποφέρεις αυτό που έκανες τον άλλο να υποφέρει..» Τούτο τον νόμο επικαλέστηκε ο Ηρακλής όταν σκότωσε το Λίνο γιατί όπως λέει ο Απολλόδωρος «ο νόμος συγχωρεί εκείνον που σκοτώνει ένα άλλο αντικρούοντας τη βία με την βία.»
Κατά τον Πλάτωνα ο Ροδάμανθος ήταν άνθρωπος ενάρετος μια και υπήρξε μαθητής του Μίνωα. Λόγω της αρετής του τον είπαν μάλιστα και εξαίρετο δικαστή κι ο Μίνωας τον διόρισε φύλακα των νόμων μέσα στην πόλη. Αυτός ο περιορισμένος ρόλος έρχεται σε αντίθεση με την αρχαιότερη παράδοση που έλεγε πως ο Ροδάμανθος «ορίζει τους νόμους στα νησιά.» Πράγματι ο Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει ότι ο Μίνωας ζήλεψε την φήμη που είχε αποκτήσει ο Ροδάμανθος με τις δίκαιες κρίσεις του και τον έστειλε σε μακρινά νησιά όμως αυτός δεν άργησε να εισβάλει κι εκεί το κύρος του που απλώθηκε μάλιστα έως και τα ασιατικά παράλια φτάνοντας τελικά ως και την Εύβοια και την Βοιωτία. Ο μύθος αναφέρει ότι παντρεύτηκε στην Οιχαλία την Αλκμήνη, μητέρα του Ηρακλή και χήρα του Αμφιτρύωνα. Ένας άλλος Θηβαϊκός μύθος λέει ότι η Αλκμήνη αποσύρθηκε στην Θήβα κι εκεί πέθανε. Την ώρα όμως που οι άνθρωποι ήταν έτοιμοι να την θάψουν, οι θεοί έστειλαν τον Ερμή να πάρει το κορμί της και να το πάει στα Ηλύσια Πεδία όπου και παντρεύτηκε τον Ροδάμανθο. Ο Ροδάμανθος όταν τέλειωσε την επίγεια ζωή του, συνέχισε να εξασκεί το δικαστικό λειτούργημα στα Ηλύσια Πεδία δίπλα στον Μίνωα και τον Αιακό.
Ο τρίτος γιος του Δία και της Ευρώπης, ο Σαρπηδών, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Κρήτη επειδή ο Μίλητος που ίδρυσε την ομώνυμη πόλη, έχοντας να διαλέξει ανάμεσα σ΄ αυτόν και τον Μίνωα προτίμησε το δεύτερο. Ο Ηρόδοτος λέει ότι τα δυο αδέρφια ήρθαν σε σύγκρουση διεκδικώντας την κυριαρχία της Κρήτης, επεκράτησε ο Μίνωας τελικά κι ο Σαρπηδών διώχθηκε μαζί με όλους τους οπαδούς του. Πήγαν όλοι τους τότε στη Μιλυάδα που είναι επαρχία της Ασίας, γιατί η χώρα όπου κατοικούν σήμερα οι Λύκιοι ονομαζόταν άλλοτε Μιλυάδα και οι Μιλύες λέγονταν Σολύμοι. Στο διάστημα όμως που ήταν βασιλιάς τους ο Σαρπηδών λέγονταν Τερμίλες κι αυτό το όνομα έφεραν μαζί στην καινούργια πατρίδα κι έτσι τους λένε ακόμα σήμερα οι γείτονες τους. Μα ο Λύκος, γιος του Πανδίονα, που κι αυτόν τον έδιωξε από την Αθήνα ο αδερφός του Αιγεύς, κατέφυγε στο παλάτι του Σαρπηδόνα και οι λαοί αυτοί ονομάστηκαν αργότερα Λύκιοι από το όνομα του άρχοντα τους. Οι νόμοι τους είναι μισοί Κρητικοί και μισοί της Καρίας
Κατά τον Απολλόδωρο ο Δίας χάρισε στον Σαρπηδόνα τριπλάσια χρόνια ζωής από ότι χάρισε στους υπόλοιπους θνητούς γιαυτό και ίσως συγχέεται με ένα άλλο ήρωα. Τον γιο του Δία και της Λαοδάμειας, της κόρης του Βελερεφόντη που πολέμησε στις γραμμές των Τρώων. Είναι γνωστό ότι ο κυρίαρχος του Ολύμπου μάταια προσπάθησε να τον σώσει από τον θάνατο και τελικά αναγκάστηκε να υποκύψει σε μια ανώτερη δύναμη, την δύναμη των Μοιρών .
Κατά τον Πλάτωνα τώρα, δίπλα στο Ροδάμανθο που ήταν φύλακας των νόμων στη πόλη, ο Μίνωας είχε αναθέσει και τα ίδια καθήκοντα, στις άλλες όμως περιοχές της Κρήτης, στον Τάλω. Κι έτσι ο Τάλως περνούσε τρεις φορές το χρόνο από όλα τα χωριά του νησιού επιβλέποντας την εκτέλεση την νόμων. Τους κουβάλαγε παντού μαζί του χαραγμένους πάνω σε χάλκινα πινάκια γιαυτό κιόλας ονομάστηκε χάλκινος άνθρωπος. Έτσι τον περιγράφουν οι μύθοι κι ο Απολλόδωρος προσθέτει ότι τον είχε φτιάξει ο Ήφαιστος και τον είχε χαρίσει στο Μίνωα για να προστατεύει και να φρουρεί τη Κρήτη.
Λέγεται πως ο Τάλως δεν είχε παρά μονάχα μια φλέβα που ξεκινούσε από το σβέρκο του κι έφτανε ως τη φτέρνα όπου ένα χάλκινο καρφί εμπόδιζε το αίμα να χυθεί. Λέγεται ακόμα πως ήταν γιος του Κρητός και πως ο Κρης είχε πατέρα του τον Δία και μητέρα μια νύμφη. Την ίδια εκείνη νύμφη που είχε κρύψει σε ένα άντρο του όρους Δίκτη το στερνοπαίδι του Κρόνου και της Ρέας. Σύμφωνα με την τελευταία αυτή εκδοχή, ο Τάλως ήταν παππούς του Ροδάμανθου. Τέλος λέγεται ακόμα πως ο γίγαντας αυτός ανήκε στην φυλή των ανθρώπων της χάλκινης εποχής.
Όποια κι αν είναι η γενεαλογία του πάντως, ο Τάλως σύμφωνα με τον μύθο είχε προικισθεί με καταπληκτική ευκινησία πράγμα που του επέτρεπε να φτάνει με ευκινησία σε όλα τα σημεία της Κρήτης. Λέγεται μάλιστα πως ήταν και φτερωτός κι έδιωχνε με τις πέτρες τους ξένους που επιχειρούσαν να αποβιβαστούν στο ρηγάτο του Μίνωα.
Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή ο Τάλως κοκκίνιζε στη φωτιά το στήθος του, έπιανε όσους κατάφερναν τελικά να αποβιβαστούν κι έσφιγγε τα κακότυχα θύματα του στην πυρακτωμένη αγκαλιά του.
Πέθανε όταν οι Αργοναύτες επιστρέφοντας από την Κολχίδα, έριξαν για λίγο άγκυρα στην Κρήτη όπου και τότε τον σκότωσε η Μήδεια με τα μάγια της.
Ο γίγαντας Τάλως εικονίζεται σε νομίσματα της Φαιστού όπου οι καλλιτεχνικές αναπαραστάσεις τον δείχνουν φτερωτό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου