Γράφει η Ρίκη Ματαλλιωτάκη
Η λευκότητα αλλά και η υφή της δαντέλας δεν μου θυμίζουν μόνο Πασχαλινά διηγήματα του Παπαδιαμάντη… δεν μου θυμίζουν μόνο τον ερχομό της αιώνιας Ανάστασης της φύσης και τις μυρωδιές της Άνοιξης με πρώτιστο τον κάτασπρο κρίνο και την σπαρμένη από τους λευκούς ανθούς του χαμομηλιού γη!!!Μου θυμίζουν πάνω απ’ όλα τις δικές μου Αναστάσεις κάποτε στο χωριό και το σπίτι της γιαγιάς και της θείας… μα ας τα πάρω λιγάκι από την αρχή:
Το παμπάλαιο πέτρινο σπίτι, βαμμένο ήδη με ασβέστη από
την προηγούμενη εβδομάδα, Μεγάλη Δευτέρα, Μεγάλη Τρίτη και Μεγάλη Τετάρτη,
δέχονταν υπομονετικά τις τελευταίες πινελιές της Πασχαλινής ευταξίας που ήταν
γυάλισμα των επίπλων με πετρέλαιο-σημειωτέον τα έκανε καινούργια συν ότι τα προφύλαγε
από την φθορά του χρόνου καθότι μπορεί να μετρούσαν και δυο, και τρεις γενιές
πίσω- καθάρισμα των τζαμιών με ξυδόνερο
έπειτα και κρέμασμα των κουρτινών που είχαν ήδη πλυθεί, σιδερωθεί και
κολλαριστεί με ζαχαρόνερο-ποτέ δεν κατάφερα να το κάνω εγώ παρότι προσπάθησα
και ξαναπροσπάθησα, πάντα ότι πήγαινα να κολλάρω έτσι μου κιτρίνιζε, που
σημαίνει ότι οι γυναίκες εκείνες ήταν άλλου είδους νοικοκυρές-.
Γυάλισμα με μπράσο και στάχτη από το τζάκι όλων των
μπακιρένιων ειδών του σπιτιού κατόπιν, με την ένδειξη πως δεν σταματούσες παρά
μονάχα όταν μπορούσες να καθρεπτιστείς μέσα του, και πλύσιμο όλων των γυαλικών που
έκρυβε μέσα της «η μαγική σερβάντα»-ανθοδοχεία, πιατάκια του γλυκού,
φοντανιέρες για να μπουν τα κόκκινα αυγά που θα βάφονταν την Μεγάλη Πέμπτη, μεγάλες
πιατέλες για να μπουν τα τσουρέκια και τα καλιτσούνια που θα φτιάχνονταν το
πρωινό του Μεγάλου Σαββάτου, και τέλος…
Ω, τέλος, αυτό ήταν και η καλύτερη μου, το Ανοιξιάτικο
στρώσιμο του σπιτιού δηλαδή που πλημμύριζε το σπίτι με κόμματα χειροποίητης δαντέλας
μεταμορφώνοντας το από αγροτόσπιτο σε παλάτι αρχοντικό ας είναι και στα μάτια
μόνο οχτάχρονων και δεκάχρονων παιδιών, όπως είμαστε εμείς τότε.
Δαντέλλες στο τραπέζι του «καλού δωματίου ή της λεγόμενης
σάλας» δαντέλλες στον καναπέ και στις πολυθρόνες-όσων είχαν- ο δαντελένιος
κρεβατόγυρος στο κρεβάτι του ζεύγους, δαντέλλες
στην πιατοθήκη και πάνω από το τζάκι που δεν άναβε πια άρα όφειλε να στολιστεί
κι αυτό, δαντελένια αριστουργήματα παντού- που κάποιοι σήμερα απαξιώνουν προφανώς
επειδή δεν μπορούν να τα δημιουργήσουν- γέμιζαν τον χώρο, μα πιότερο την ψυχή
που τα αντίκριζε με το λευκό της αθωότητας, της πίστης, της προσμονής και της ελπίδας
ενός καλύτερου αύριο, που δεν σημαίνει βέβαια ότι έρχονταν πάντα, αλίμονο όμως στον
άνθρωπο που σταματήσει να πιστεύει, να ελπίζει, να προσμένει, και να
ονειρεύεται…
Επειδή λοιπόν
εγώ και πιστεύω, και ελπίζω, και προσμένω, και πάνω απ’ όλα ονειρεύομαι, γι’
αυτό είμαι και φαν της δαντέλας, της χειροποίητης εννοείται, όσο για το αν με πουν
παλιομοδίτισα ουδέν πρόβλημα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου