Είναι η πλατεία Αρκαδίου της σημερινής πόλης του Ηράκλειου που βρίσκεται στην περιοχή των οδών Αμνισού και Αμαλθείας στο τέρμα της 1821.Με την αναχώρηση των μουσουλμάνων στα 1923 και κατόπιν σύστασης ειδικής επιτροπής της Δημοτικής αρχής κάθε τι οθωμανικό καθαιρείται ή κατεδαφίζεται ή αλλάζει όνομα. Έτσι η πλατεία Σεϊτάν Ογλού μετονομάζεται σε πλατεία Αρκαδίου τον Σεπτέμβρη του 1924.
« Σεϊτάν Ογλού » δηλαδή « Δαιμόνιος άνθρωπος »μια παράξενη ονομασία που κάνεις δεν ξέρει γιατί ονομάστηκε έτσι τούτη η πλατεία στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Πιθανόν επειδή εκεί υπήρχε το περίφημο τζαμί του Μαχμούτ Αγά ( ή Σεϊτάν Ογλού) που παλαιότερα κατά τον 13ο αιώνα ήταν η λατινική εκκλησία του τάγματος των Φραγκισκανών στην οποία είχαν ταφεί οι Petro Badoer και Petro Emiliani και στα νεώτερα χρόνια ονομάστηκε Ναός Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή. Άλλοι λένε πως πήρε αυτήν την ονομασία επειδή σε τούτη την πλατεία σύχναζαν μόνο οι Τούρκοι Νταήδες οι τραμπούκοι και οι αλήτες. Στις μεταφράσεις των Τούρκικων Αρχείων του Ν. Σταυρινίδη αναφέρεται πως στην μικρή πλατεία του Σεϊτάν Ογλού υπήρχε γύρω στα 1750 ένα φρενοκομείο. Ο Τζουάνες Παπαδόπουλος πάλι, αναφέρεται στον ναό του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή ,σήμα κατατεθέν της πλατείας λέγοντας πως ήταν μια μικρή χαμηλή εκκλησία εκεί ,που κοντά της γινόταν η γιορτή των Ενετών της Giostra,μια γιορτή κονταροκτυπήματος στα πλαίσια του καρναβαλιού με παρουσία πλήθος κόσμου και όλων σχεδόν των Βενετικών Αρχών. Στη γιορτή αυτή έπαιρναν μέρος πολλοί ιππότες και αγωνίζονταν στην κουϊντάνα και μάλιστα σε μια από αυτές τις γιορτές στα 1664 είχε πάρει μέρος και ο γιός του.
Χαρακτηριστικό είναι το κείμενο που γράφει για τούτη την μικρή πλατεία ο Μανώλης Δερμιτζάκης στο βιβλίο του « Απ όσα θυμούμαι το παλιό Κάστρο» :
«…Μη ρωτάτε γιατί το μέρος αυτό είχε την ονομασία ετούτη. Από το όνομα θα ξεδιακρίνετε και την πολιτείαν!Στην πλατέα αυτή μαζεμένα όλα τα τσιτσέκια της Τουρκιάς του παλιού Κάστρου απ’όλους τους μαχαλάδες χασομερούσαν παίζοντας τα ζάργια στους καφενέδες και στο τζαμωτό περίπτερο που ήταν καταμεσής της πλατείας. Εκεί επίνανε ρακή, εχειρονομούσαν αισχρά, βρίζονταν, αλληλοστολίζονταν. Με τα χειρότερα επίθετα, ετσακώνουνταν και, στο τέλος, με τα μαχαίργια που κρατούσανε εξεκοίλιαζε ο ένας τον άλλο! Οι τούρκοι ζαφτιέδες της τουρκικής χωροφυλακής όλο με τις φασαρίες της πλατέας του Χεϊτάν Ογλού είχε να ’κανει! Έτσι, όχι μόνο Χριστιανός δεν ετόλμα να περνά, αλλά ούτε Τούρκος.
Στην πλατέα ετούτη είχε και το στέκι του ο Αμετούλιος. Πρωτοπαλίκαρο της Τουρκιάς του Κάστρου, εκεί ελημέριαζε με τους άλλους ομόθρησκούς του παλικαράδες συρματικά, τον Μεχμέτ Αλή, τον Μπαραμπάντη και τον Τσιτσίρικα. Πότε πότε έκανε την επίσκεψή του εκεί κι ο Αλή Όμπαχης, παλικαράς και τούτος σαν τον Αμετούλιο, αλλά πιο μετρημένος στις εκδηλώσεις του και πιο βαρύς γενικά στα φερσίματά του.
Ο Αλή Όμπαχης είχε υπηρετήσει και στην τούρκικη χωροφυλακή με το βαθμό του όμπαχη, εξ ου και το επίθετό του. Δείγμα της σοβαρότητάς του και του ιπποτισμού του Αλή Όμπαχη, θα σημειώσουμε την παρακάτω χαρακτηριστική αφήγηση του κυρ Αντώνη Παντουβάκη, που φανερώνει τον ιπποτισμό και την ανθρωπιά που εξεχώριζε τον Αλή Όμπαχη από τους αποδέλοιπους ομόπιστους καστρινούς παλικαράδες.
«Ένα απόβραδο, νεαρός ακόμα» μας λέει ο Αντώνης Παντουβάκης, «χωρίς να καταλάβω κι εγώ πώς, εβρέθηκα σ’ εκείνο το μέρος σε μια γωνιά της πλατέας. Εκεί, με τη φασαρία που είχε γίνει, έμαθα ότι κάποιος εκεί από τους θρασύδειλους και κακούς Τούρκους είχε βρίσει σταυρό και το βάφτισμα κάποιου Ρωμιού ως επέρνα από τους καφενέδες του Χεϊτάν Ογλού. Ο Αλή Όμπαχης όμως, καθώς είχε συγχιστεί με το θράσος και την προστυχιά του φανατικού ομόθρησκού του, ακούγοντας να βρίζει το σταυρό και το βάφτισμα του Χριστιανού, μη χάνοντας καιρό, χιμώντας ξαγριεμένος με κλοτσιές και γροθιές, πιλαλούσε τον Τούρκο έχοντάς τονε βουτηγμένο από το σβέρκο και του είχε αλλάξει τον αδόξαστο στις κατακεφαλιές.
—Γιάντα μού κολλάς εμένα, Αλή Όμπαχη; Ντα δε θωρείς τον γκιαούρη ίντα λογιώς περνά και δε δρώνει το αφτί ντου, εφώναζε κλαψάρικα ο κακοτερένιος Τουρκαλάς στον Αλή Όμπαχη.
— Ντα γιάντα εσύ, του φώναζε ο Αλή Όμπαχης, βλαστημάς το σταυρό και το βάφτισμα του εντεψίζη; Θες εσύ να βλαστημούνε την πίστη σου, γιεζίτη; Ντινίμ σιχτίρ, κερατά! Άφησε τον άνθρωπο να πάει στη δουλειά ντου. Και με μια γερή κλωτσιά που του έδωσε στα πισινά διώχνοντάς τονε, του ξανάπε:
— Ο Αγά-μπαμπάς σου, μωρέ κενέφη (απόπατε), το ’κανε το τσαρσί για να περνά η αφεδιά σου;!!
» Με το γλάκι που έπαιξε ο δαρμένος τούρκος κακουρές, καθισμένο τον είδα κι έτριβε τις κατακεφαλιές εκεί σε μια μεργιά του καφενέ της πλατέας δίχως ,μιλιά. Μα και κανένας απ’ όλους τους μπαχ-πουζούκηδες του Χεϊτάν Ογλού και τους νταήδες Τούρκους δεν ετόλμησε να βγάλει άχνα στον Αλή Όμπαχη!!…»
Πολλοί Χριστιανοί του παλιού καιρού είχανε να πούνε ότι ο Τουρκοκαστρινός αυτός δεν είχε λάβει μέρος στη σφαγή του Μεγάλου Κάστρου τον Αύγουστο του 1898· όμως, συλληφθείς και τούτος μαζί με τους άλλους πρωταίτιους από τους Τούρκους
του Κάστρου εκείνης της τρομερής σφαγής, εκηρύχθηκε ένοχος και καταδικάστηκε στην ποινή του θανάτου. Έτσι, μαζί με τους δεκαέξι άλλους που εκρεμάστηκαν στο αψήλωμα του βενετσιάνικου μπεντενιού κάτω από το φρούριο του Μαρτινέγκο, εκρεμάστηκε και ο Αλή Όμπαχης…».
ΠΗΓΕΣ :
Από όσα θυμούμαι το παλιό Κάστρο, Μανώλης Δερμιτζάκης, Εκδ. Δοκιμάκης
Υπήρχε μια πόλη, 2ος τόμος, Λιάνα Σταρίδα,εκδ. Ιτανος
Στον καιρό της Σχόλης, Αναμνήσεις από την Κρήτη του 17ου αιώνα, Τζουάνες Παπαδόπουλος,ΠΕΚ, 2012
Μεταφράσεις Τούρκικων Ιστορικών Εγγράφων, τ.Α΄- Ε Ηράκλειο 1975, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου
«H ονομασία των οδών στην εντός των τειχών πόλη », Ευγενίας Λαγουδάκη – Σασλή, εφ. ΠΑΤΡΙΣ
Φωτ : …η οδός 1821 και η πλατεία Σεϊτάν Ογλού (φωτο από βιβλίο του Στ.Σπανάκη το Ηράκλειο στο πέρασμα των Αιώνων)
cretalive.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου